Από το κακό στο χειρότερο πάει η οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών το τελευταίο εξάμηνο, σύμφωνα με έρευνα του ΚΕΕΕ. Ενα στα δύο τα βγάζει πέρα «ίσα ίσα», τι λένε για τα μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας.
Σταθερές σε γενικές γραμμές παραμένουν οι τάσεις σε σχέση με τις προσδοκίες των επιχειρήσεων για το επόμενο εξάμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας επιχειρήσεων του «Βαρόμετρου ΚΕΕΕ», την οποία διεξήγαγε η «PALMOS ANALYSIS».
Στα βασικά συμπεράσματα διαπιστώνεται ότι το 21% των επιχειρήσεων οι οποίες συμμετείχαν στην έρευνα αναμένουν ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι καλύτερο από το αντίστοιχο περσινό, ενώ παράλληλα, αυξάνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων, οι οποίες αναμένουν ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι περίπου ίδιο με το αντίστοιχο περσινό.
Οι αισιόδοξες εκτιμήσεις υπερτερούν -έστω και οριακά- των απαισιόδοξων στον τομέα των κατασκευών.
Η αισιοδοξία επικρατεί στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (όσες έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω του 1.000.000 € και απασχολούν περισσότερους από 10 εργαζόμενους), ενώ στον αντίποδα απαισιοδοξία επικρατεί στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (όσες απασχολούν μέχρι 4 εργαζόμενους και έχουν κύκλο εργασιών μέχρι 100.000 € ετησίως -κυρίως ατομικές και μη κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις).
Σχετικά σταθερή εικόνα καταγράφεται και στις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για τη ρευστότητά τους ενώ ελαφρά θετικό είναι και το ισοζύγιο των εκτιμήσεων για την εξέλιξη της συνολικής απασχόλησης στις επιχειρήσεις.
Ακόμα, αυξάνεται εκ νέου το ποσοστό των επιχειρήσεων, οι οποίες δηλώνουν ότι οι δανειακές τους ανάγκες θα παραμείνουν αμετάβλητες.
«Οι ελληνικές επιχειρήσεις -και κυρίως οι μικρομεσαίες- αναμένουν ότι με τη σταθερότητα σε βασικούς τομείς της οικονομίας, τον επανασχεδιασμό της φορολόγησης από την πολιτεία αλλά και μέτρα κατά του πληθωρισμού, δύνανται να επιτύχουν τους στόχους της ανάπτυξης και της προόδου. Έτσι, θα είναι σε θέση να υπερβούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στο διεθνές περιβάλλον, καθώς η πανευρωπαϊκή αστάθεια και οι εξελίξεις στο διεθνές εμπόριο τις επηρεάζουν άμεσα. Ωστόσο, όπως δείχνουν ορισμένοι δείκτες του «Βαρόμετρου ΚΕΕΕ», η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, οι οποίες διευκολύνουν το επενδυτικό περιβάλλον και να τονώσει με ουσιαστικές παρεμβάσεις το ελληνικό επιχειρείν, την αγορά, το εμπόριο και τις επιχειρήσεις της παραγωγής» δήλωσε ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ, κ. Ιωάννης Μασούτης.
Ερευνα καταναλωτών
Η πανελλαδική έρευνα μεταξύ καταναλωτών εξακολουθεί να καταγράφει κλίμα προβληματισμού για το παρόν, λόγω της ακρίβειας που κυριαρχεί στις αναφορές για τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Ωστόσο, μειώνεται σημαντικά το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι η οικονομική τους κατάσταση επιδεινώθηκε το εξάμηνο που μας πέρασε.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 46% (έναντι 56% το Νοέμβριο του 2023) των καταναλωτών δηλώνουν ότι η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους επιδεινώθηκε το εξάμηνο που πέρασε και μόλις το 7% (έναντι 6% το Νοέμβριο του 2023) δηλώνουν ότι υπήρξε βελτίωση, ενώ το 47% (έναντι 38% το Νοέμβριο του 2023) δηλώνουν ότι η κατάσταση των οικονομικών του νοικοκυριού τους παρέμεινε αμετάβλητη. Παράλληλα, μειώνεται τόσο το ποσοστό όσων δηλώνουν απαισιόδοξοι για την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης του νοικοκυριού τους κατά το επόμενο εξάμηνο (38%, έναντι 41% το Νοέμβριο του 2023) όσο και το ποσοστό όσων «βλέπουν» βελτίωση των οικονομικών τους κατά το επόμενο εξάμηνο (9% από 12% τον Νοέμβριο 2023), ενώ το 50% δεν αναμένουν κάποια ιδιαίτερη μεταβολή στα οικονομικά του νοικοκυριού τους (έναντι 46% το Νοέμβριο του 2023).
Εντονότερη απαισιοδοξία επικρατεί και σε σχέση με την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης της χώρας στο επόμενο εξάμηνο, καθώς αυξάνεται στο 47% το ποσοστό όσων αναμένουν επιδείνωση (από 44% το Νοέμβριο του 2023) και μειώνεται στο 11% (από 13% το Νοέμβριο του 2023) το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι αναμένουν βελτίωση, ενώ περίπου 4 στους 10 (38%) θεωρούν ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας δεν θα μεταβληθεί ουσιαστικά (έναντι 39% το Νοέμβριο 2023).
Επιπλέον, όταν καλούνται να αποτιμήσουν την τρέχουσα οικονομική τους κατάσταση, τα μισά περίπου νοικοκυριά (51%) δηλώνουν ότι «τα φέρνουν ίσα ίσα με το εισόδημά τους» (55% τον Νοέμβριο του 2023), ενώ το 32% (από 30% το Νοέμβριο του 2023) δηλώνουν ότι είτε «τρώνε από τα έτοιμα» -υποχρεώνονται δηλαδή να αναλώνουν μέρος των αποταμιεύσεών τους σε ποσοστό 19%- ή χρεώνονται/δανείζονται για να τα βγάλουν πέρα (13%). Στον αντίποδα, περίπου 1 στα 7 νοικοκυριά (16%) αναφέρουν ότι έχουν τη δυνατότητα να αποταμιεύσουν, σε κάποιο βαθμό, στις τρέχουσες συνθήκες.
Η ακρίβεια είναι ο βασικός παράγοντας που τροφοδοτεί το κλίμα απαισιοδοξίας και αβεβαιότητας σε σχέση με την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης στους καταναλωτές, καθώς το 62% την αναφέρουν ως το 1ο πρόβλημα στη χώρα σήμερα, ενώ συνολικά αναφέρεται από το 87% μέσα στα τρία βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας.
Πολύ πιο πίσω, από πλευράς ποσοστών, αναφέρονται ως 1ο πρόβλημα στη χώρα το σύστημα υγείας/τα νοσοκομεία (8% και 42% στο σύνολο των αναφερθέντων προβλημάτων), η οικονομία/ανάπτυξη (7% και 28% στο σύνολο) και η εγκληματικότητα/ανασφάλεια (6% και 39% στο σύνολο).
Η ανασφάλεια και ο φόβος είναι το βασικό συναίσθημα που δηλώνουν ότι νιώθουν οι καταναλωτές, σε σχέση με την οικονομική κατάσταση που βιώνουν σήμερα (38%) και ακολουθούν η απογοήτευση (34%), ο θυμός και η οργή (25%) και η απαισιοδοξία (20%). Ελπίδα (9%), αισιοδοξία (9%) και ηρεμία (6%) δηλώνουν ότι νιώθουν, σχετικά με τα οικονομικά τους δεδομένα, η μικρή μειοψηφία των καταναλωτών.
Μέσα σε αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, καταγράφεται σταθερότητα στην πρόθεση αποταμίευσης (στο 23%), στην πρόθεση πραγματοποίησης κάποιας σημαντικής αγοράς (25%, έναντι 24% το Νοέμβριο 2023), στην πρόθεση αναζήτησης τραπεζικού δανείου (11% έναντι 10% τον Νοέμβριο 2023), στην πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου (7%, έναντι 6% το Νοέμβριο 2023) και στην πρόθεση αγοράς/ανέγερσης σπιτιού/διαμερίσματος (3% έναντι 4% τον Νοέμβριο 2023) ενώ μικρή κάμψη καταγράφεται στην πρόθεση ανακαίνισης/ επισκευής σπιτιού/ διαμερίσματος (10%, έναντι 14% το Νοέμβριο 2023).
Με βάση τις απαντήσεις στην έρευνα και το βαθμό βεβαιότητας που εκφράζουν οι καταναλωτές, εκτιμάται ότι για το 2ο εξάμηνο του 2024 η αγορά επιβατικών αυτοκινήτων θα κινηθεί στα επίπεδα του 2023, καθώς το 1,4% των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι «Σίγουρα» θα προβούν σε αγορά αυτοκινήτου» αντιστοιχεί σε περίπου 61.000 οχήματα* (το 2ο εξάμηνο του 2023 πουλήθηκαν συνολικά 64.123 επιβατικά οχήματα στην Ελλάδα). Αντίστοιχα, με βάση τις απαντήσεις στην έρευνα και το βαθμό βεβαιότητας που εκφράζουν οι καταναλωτές, ο εκτιμώμενος αριθμός ανακαινίσεων/επισκευών κατοικιών & διαμερισμάτων υπολογίζεται σε 65.000 ανά την επικράτεια, ο αντίστοιχος αριθμός αγοράς κατοικιών/διαμερισμάτων από καταναλωτές εκτιμάται σε 39.000 ακίνητα, ενώ ο αριθμός των αιτήσεων δανείων προς τις τράπεζες, από τους καταναλωτές, εκτιμάται σε 95.000 για το επόμενο εξάμηνο*.
Στο πλαίσιο των ad-hoc ερωτημάτων της έρευνας, διερευνήθηκαν οι απόψεις των καταναλωτών για το «Καλάθι του νοικοκυριού». Με βάση τα στοιχεία της έρευνας, περίπου 7 στους 10 καταναλωτές (69% έναντι 63% τον Νοέμβριο 2023) αγοράζουν προϊόντα από το «Καλάθι του νοικοκυριού», είτε εξ ολοκλήρου (6%), είτε σε μεγάλο βαθμό (31%), είτε σε μικρό βαθμό (32%). Σε ποσοστό 48% -έναντι 40% τον Νοέμβριο 2023- οι καταναλωτές θεωρούν ότι τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στο «Καλάθι του νοικοκυριού» είναι ανώτερης (2%) ή αντίστοιχης ποιότητας (46%) από τα αντίστοιχα εκτός του «Καλαθιού», ενώ στον αντίποδα, το 41% θεωρούν ότι είναι χαμηλότερης ποιότητας (έναντι 46% τον Νοέμβριο 2023). Το 39% των καταναλωτών -έναντι 40% τον Νοέμβριο 2023- θεωρούν ότι το μέτρο του «Καλαθιού του νοικοκυριού» ήταν γενικά θετικό, καθώς, είτε συνέβαλε στη συγκράτηση των τιμών ικανοποιητικά και ανακούφισε τους καταναλωτές (6%), είτε συνέβαλε ως ένα βαθμό στη συγκράτηση των τιμών, αλλά δεν έφτανε (33%). Στον αντίποδα, το 58% θεωρούν ότι το μέτρο αυτό δεν κατάφερε να συγκρατήσει την ακρίβεια (έναντι 54% τον Νοέμβριο 2023).
Παράλληλα, πάντα στο πλαίσιο των ad-hoc ερωτημάτων της έρευνας, διερευνήθηκαν οι απόψεις των καταναλωτών για το μέτρο μείωσης της ακρίβειας «Μείον 5%». Με βάση τα στοιχεία της έρευνας, περίπου 2 στους 3 καταναλωτές (66%) αγοράζουν προϊόντα από το με σήμανση «Μείον 5%», είτε εξ ολοκλήρου (3%), είτε σε μεγάλο βαθμό (25%), είτε σε μικρό βαθμό (38%). Επιπλέον, το 36% των καταναλωτών θεωρούν ότι το μέτρο του «Μείον 5%» ήταν γενικά θετικό, καθώς, είτε συνέβαλε στη συγκράτηση των τιμών ικανοποιητικά (6%), είτε συνέβαλε ως ένα βαθμό στη συγκράτηση των τιμών, αλλά δεν έφτανε (30%). Στον αντίποδα, το 56% θεωρούν ότι το μέτρο αυτό δεν κατάφερε να συγκρατήσει την ακρίβεια.
Τέλος, σχετικά με την περίοδο των φετινών καλοκαιρινών διακοπών, το 46% των καταναλωτών δηλώνουν ότι δεν θα κάνουν διακοπές φέτος το καλοκαίρι (έναντι 40% πέρυσι), το 21% ότι θα κάνουν διακοπές σε ιδιόκτητο σπίτι (στην Ελλάδα ή το εξωτερικό έναντι 24% πέρυσι) και το 20% θα κάνουν διακοπές με διαμονή σε φίλους/ συγγενείς (στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, όσο και πέρυσι).
Συνολικά, περίπου 1 στους 5 καταναλωτές (21% έναντι 23% πέρυσι) σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν διακοπές σε πληρωμένο κατάλυμα, είτε στην Ελλάδα (18% έναντι 20% πέρυσι), είτε στο εξωτερικό (3% όσο και πέρυσι). Το μεγαλύτερο ποσοστό, όσων δηλώνουν ότι δεν θα κάνουν διακοπές φέτος το καλοκαίρι, εντοπίζεται στις περιοχές εκτός Αττικής και Θεσσαλονίκης, ενώ στην Αττική καταγράφεται ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό πληθυσμού που αναφέρουν ότι θα πραγματοποιήσουν διακοπές με διαμονή σε ιδιόκτητο σπίτι ή με διαμονή σε φίλους/συγγενείς (αθροιστικά 58% έναντι 39% στο σύνολο της χώρας). Με βάση τις απαντήσεις στην έρευνα, η μέση κατά κεφαλή δαπάνη για διακοπές, μεταξύ όσων σχεδιάζουν να κάνουν διακοπές, υπολογίζεται σε 820 ευρώ (από 723 ευρώ πέρυσι, αύξηση 13%), ενώ το ποσό κυμαίνεται ανάλογα με την ηλικία: από 566 ευρώ στους νέους ηλικίας μέχρι 34 ετών (467 ευρώ πέρυσι) σε 1.324 ευρώ σε ηλικιωμένους άνω των 65 ετών (1.101 ευρώ πέρυσι) και ανάλογα με το εισόδημα από 330 ευρώ (430 ευρώ πέρυσι) σε άτομα με μηνιαίο εισόδημα κάτω των 500 ευρώ και σε 2.209 ευρώ (1.910 ευρώ πέρυσι) σε άτομα με εισόδημα άνω των 3.000 ευρώ.
Τα μετρητά εξακολουθούν να αποτελούν τον κυριότερο τρόπο πληρωμών για αγορές προϊόντων, υπηρεσιών και για πληρωμές λογαριασμών από τους καταναλωτές. Ωστόσο, και η χρήση πλαστικής χρεωστικής κάρτας έχει φτάσει πλέον σε παρόμοιο επίπεδο. Πιο συγκεκριμένα, το 67% των καταναλωτών δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν -ως μέθοδο πληρωμής- τα μετρητά (όσο περίπου και πέρυσι), ενώ το 60% δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν πλαστική χρεωστική κάρτα (από 64% πέρυσι). Πιο χαμηλά, περίπου 1 στους 3 (33% από 31% πέρυσι), δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν μεταφορές μέσω web-banking, 1 στους 4 (25% από 24% πέρυσι) δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά πορτοφόλια, το 22% (όσο και πέρυσι) χρησιμοποιούν πλαστικές πιστωτικές κάρτες και το 14% (από 12% πέρυσι) προπληρωμένες χρεωστικές κάρτες. Παράλληλα, καταγράφεται φέτος και ποσοστό 16% που επιλέγουν πληρωμές μέσω IRIS. Τα ηλεκτρονικά πορτοφόλια είναι περισσότερο δημοφιλή στους άνδρες (29% έναντι 22% στις γυναίκες) και στις νεότερες ηλικίες (48% στα άτομα 18-34 ετών), το web-banking προτιμούν περισσότερο οι μεσαίες ηλικίες (39% στις ηλικίες 45-64 ετών), ενώ οι πλαστικές πιστωτικές κάρτες εμφανίζουν υψηλότερη διείσδυση στις μεσαίες ηλικίες (29% στις ηλικίες 45-54 ετών) και στους άνδρες (26% έναντι 18% στις γυναίκες).
Δείτε εδώ ολόκληρη την έρευνα του ΚΕΕΕ
Πηγή: Euro2day