Ως ορισμός της ακράτειας είναι η οποιουδήποτε βαθμού απώλεια ούρων παρά τη θέλησή μας. Έως και πριν από λίγα χρόνια οι γυναίκες απέφευγαν να αναφερθούν σε αυτό το πρόβλημα και αποδεχόμενες σιωπηλά την ύπαρξη του δεν επεδίωκαν καμία θεραπεία.
Σημαντικό ρόλο στη θέση αυτή έπαιζαν τόσο ο κοινωνικός περίγυρος όσο και τμήμα του ιατρικού και παραϊατρικού κόσμου που απέδιδαν λανθασμένα την ακράτεια ως ένα φυσιολογικό επόμενο των ορμονικών διαταραχών και της ηλικίας. To ποσοστό της ακράτειας κυμαίνεται από 10-25% του γενικού πληθυσμού.
Εάν συνυπολογισθεί και ο αριθμός των γυναικών που σε κάποιο σημείο της ζωής τους εμφανίζουν παροδικά επεισόδια ακράτειας, το ποσοστό φθάνει το 40%, που συνοδεύεται με χαμηλή ποιότητα ζωής, κοινωνική απομόνωση και τέλος πολλές φορές με συμπτώματα κατάθλιψης.
Τύποι ακράτειας
- κλινική εικόνα
- προδιαθεσικοί παράγοντες
Είναι γεγονός ότι ο μηχανισμός εγκράτειας είναι πολύ πολύπλοκος, αλλά οι παράγοντες που συμμετέχουν στην απρόσκοπτη λειτουργία αυτής είναι η συντονισμένη λειτουργία του εξωστήρα μυός και σφιγκτηριακού μηχανισμού.
Η ακράτεια ούρων στη γυναίκα μπορεί να ταξινομηθεί στις εξής κατηγορίες:
Ακράτεια από προσπάθεια. Συμβαίνει όταν αυξάνουμε την ενδοκοιλιακή πίεση κατά τη διάρκεια κάποιας δραστηριότητας όπως άσκηση, βήχας, φτέρνισμα ή άρση βάρους. Οφείλεται σε χαλάρωση των μυών του πυελικού εδάφους και στην ενδογενή δυσλειτουργία του ουρηθρικού σφιγκτηρικού μηχανισμού, προκαλώντας ελάττωση της πίεσης σύγκλεισης ουρήθρας και εκροή ούρων μετά από φυσική δραστηριότητα.
Πολλοί παράγοντες έχουν ενοχοποιηθεί για την εμφάνιση της ακράτειας από προσπάθεια, όπως η έλλειψη οιστρογόνων λόγω ηλικίας, η πολυτοκία, η παχυσαρκία, η υστερεκτομή, η υπέρταση και η δυσκοιλιότητα.
Ακράτεια από έπειξη ή επιτακτική ούρηση. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε έντονη επιθυμία για ούρηση, η οποία δεν μπορεί να ανασταλεί. Διακρίνεται δε σε:
- Επιτακτική ακράτεια από αυξημένη αισθητικότητα (φλεγμονές, διάμεση κυστίτιδα, νεοπλάσματα, λιθιασική κύστη) και
- νευρογενή υπερλειτουργική κύστη (σκλήρυνση κατά πλάκας, νόσος του Parkinson, κακώσεις σπονδυλικής στήλης).
Μεικτού τύπου ακράτεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει συνδυασμός των δύο ανωτέρω τύπων.
Ολική Ακράτεια. Στις περιπτώσεις αυτές η ασθενής έχει απώλεια ούρων καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, πέραν των φυσιολογικών ουρήσεων. Οφείλεται σε επικοινωνία του ουροποιητικού συστήματος με άλλο όργανο (κυστεοκολπικά ή ουρητηροκολπικά συρίγγια), που προκύπτουν πιθανόν ιατρογενώς μετά από γυναικολογικές επεμβάσεις ή ακτινοβολία λόγω όγκων της πυέλου (λεκάνης).
Διάγνωση
Η διάγνωση της ακράτειας και του τύπου της είναι το σημαντικότερο βήμα για την αντιμετώπισή της. Σπουδαίο ρόλο παίζουν το ιστορικό, η κλινική εξέταση, οι εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις.
Σε περίπτωση ουρολοίμωξης δίδεται αντιβίωση και επανεξετάζεται η ασθενής. Η ουροδυναμική μελέτη είναι πολύ χρήσιμη μέθοδος για τη διαφορική διάγνωση της ακράτειας, αλλά σε πρώτο χρόνο δεν αποτελεί απαραίτητη διαγνωστική εξέταση.
Θεραπεία
Η θεραπευτική προσέγγιση της ακράτειας ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο αυτής. Είναι φαρμακευτικά αντιμετωπίσιμη χρησιμοποιώντας διάφορα σκευάσματα, αλλά και χειρουργικώς με τη χρήση διαφόρων τεχνικών.
Στη φαρέτρα του ουρολόγου υπάρχουν μικροεπεμβάσεις όπως: η τοποθέτηση ταινίας ελευθέρας τάσεως TVTO και η έγχειση μη απορροφήσιμου υδροφιλικού gel στην ουρήθρα, που, πράγματι αντιμετωπίζουν άμεσα και αυθημερόν το πρόβλημα της ακράτειας, και η γυναίκα από την επομένη επανέρχεται στις πρότερες δραστηριότητές της.
Αυτό που πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα και να γίνει σε όλο το γυναικείο πληθυσμό γνωστό είναι ότι αυτό το μεγάλο πρόβλημα, που, πριν από λίγα χρόνια θεωρούνταν ταμπού και που οι περισσότερες γυναίκες υπέφεραν σιωπηλά, σήμερα αντιμετωπίζεται πλήρως κατόπιν της σωστής ενημέρωσης από την πλευρά της ασθενούς και της άμεσης θεραπευτικής παρέμβασης από τον ουρολόγο.
Πανταζής Κυριαζής, Ουρολόγος, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής Β’ Ουρολογικής Κλινικής, ΙΑΣΩ Γενική Κλινική
Πηγη thedoctor.gr