“Το επιλεκτικά μονομερές και διαρκές αυτό εισοδηματικό βάρος της κατηγορίας των συνταξιούχων αποτελεί γι’ αυτήν υπέρμετρη θυσία και συνιστά άνιση μεταχείριση”
1.Το βάρος της επίτευξης δημοσιονομικής σταθερότητας πρέπει να κατανέμεται μεταξύ όλων των κατηγοριών των πολιτών, δεδομένου μάλιστα ότι η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών είναι προς όφελος όλων.
Τούτο δε διότι δεν είναι επιτρεπτό, αντί της προώθησης διορθωτικών μέτρων ή της είσπραξης των φορολογικών εσόδων από την μη εφαρμογή των οποίων ευνοούνται, κυρίως, άλλες κατηγορίες πολιτών, να διατηρείται μονίμως σε συγκεκριμένη κατηγορία, αυτή των συνταξιούχων, βάρος που έχει επιβληθεί προς αντιμετώπιση της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, ώστε η σωρευτική, τελικά, επιβάρυνσή της να παραμένει ιδιαίτερα μεγάλη και να καθίσταται πλέον εμφανής η υπέρβαση σε βάρος της των ορίων της ισότητας στην κατανομή των δημοσίων βαρών και της αναλογικότητας.
Συνεπώς, η διατήρηση βάρους είναι επιτρεπτή μόνο εάν δικαιολογείται από αντικειμενικά κριτήρια, όπως η σύνδεση της βαρυνόμενης κοινωνικοοικονομικής κατηγορίας με τον υπηρετούμενο από τη διατήρησή του σκοπό και η ωφέλεια που η κατηγορία αυτή αντλεί από τον κοινωνικό ή οικονομικό τομέα, στον οποίο αφορά η παρέμβαση ή από την ιδιαίτερη εισφοροδοτική ικανότητα της επιλεγείσας, ως αποκλειστικά βαρυνόμενης, κατηγορίας [πρβλ.Ελ. Συν. Ολομ.1277/ 2018καιΣτΕ 3143/2015 4986/2012]
Και ναι μεν τα δικαστήρια, επί των επιλογών του νομοθέτη, ασκούν οριακό δικαστικό έλεγχο, δύνανται και οφείλουν, όμως, να ερευνούν το αμιγώς νομικό ζήτημα, αν έχει ληφθεί υπόψη η συνταγματική αρχή της ισότητας, από την άποψη της υποχρέωσης του νομοθέτη να μη μεταχειρίζεται κατά διαφορετικό τρόπο καταστάσεις που είναι όμοιες, και η αρχή της αναλογικότητας, από την άποψη της τήρησης δίκαιης ισορροπίας μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και της προστασίας δικαιωμάτων που απορρέουν από το Σύνταγμα [πρβλ.ΣτΕ Ολομ.1408/2022].
2.Η ΕΑΣ επιβάλλεται απότο έτος 2010στις συντάξεις του Δημοσίου, NAT και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ),για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας, αλλά, και για τη διάσωση του ασφαλιστικού συστήματος. Διατηρείται από το έτος 2011 αυξημένη κατά 50% περίπου (άρθρο 44 παρ.10 του ν. 3986/2011) και υπολογίζεται εξ αρχής επί όλων των συντάξιμων αποδοχών που υπερβαίνουν το ακαθάριστο ποσό των 1.400 ευρώ μηνιαίως. Πριν δηλαδή από τις άλλες κρατήσεις-μειώσεις και του φόρου και μάλιστα με τον συντελεστή του τελευταίου κλιμακίου, στον οποίο συμβαίνει να εμπίπτουν, ενώ δεν επιβαρύνονται μόνο αυτές, οι οποίες δεν υπερβαίνουν το ποσό των 1.400 ευρώ, επίσης, μηνιαίως, πράγμα που καθιστά έτι προφανέστερο τον ασύμμετρο και ισοπεδωτικό της χαρακτήρα.
3.Τα ποσά από την παρακράτησή της μεταφέρονται, μετά την 1.1.2019, στον Ειδικό Λογαριασμό του Ασφαλιστικού Κεφαλαίου Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ) και αποτελούν ( άρθρο 29 παρ.2 του ν. 4325/2015)πλέον έσοδό του.
Δηλαδή η ΕΑΣ έχει μετατραπεί, με την από 1.1.2019 μετάπτωσή της, από προσωρινό χρηματοδοτικό μέσο για την κάλυψη των τρεχόντων ελλειμμάτων του συνταξιοδοτικού συστήματος, σε πάγιου χαρακτήρα δημόσια αποταμίευση, χάριν των συντάξεων των μελλοντικών γενεών, και στην εξασφάλιση συνταξιοδοτικής παροχής υπέρ των μελλοντικών συνταξιούχων(εν ενεργεία ήδη μισθωτών του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, καθώς και των ελεύθερων επαγγελματιών).
4.Με την έξοδο της χώρας και από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας οι συνθήκες έχουν μεταβληθεί. Ταυτόχρονα, το εισόδημα των συνταξιούχων, κατά τα τελευταία έτη, δέχεται πιέσεις λόγω διαδοχικών και επάλληλων κρίσεων(πανδημία νόσου COVID-19, παράπλευρες επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία), εξαιτίας των οποίων η Ελλάδα μαζί με την Ιρλανδία εμφανίζονται μεταξύ των ακριβότερων χωρών της ευρωζώνης (βλ.την μελέτη των Dixon et al. 2023).
Υπό τα δεδομένα αυτά, η Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης των Φυσικών Προσώπων, η οποία είχε επιβληθεί από το έτος 2011 (άρθρο 29 παρ.10 του ν.3986/2011), έχει καταργηθείαπό την 1.1.2023 (άρθρο 177του ν.4972/2022), διότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου αυτού, οι σκοποί για τους οποίους είχε θεσπιστεί, πανομοιότυποι με αυτούς της ΕΑΣ, έχουν πλέον εκλείψει, η κατάργησή της αποτελεί ουσιαστικό μέτρο θωράκισης του εισοδήματος των πολιτών και, ως εκ τούτου, καθίσταται επιβεβλημένη.
5.Η δεκαπενταετής, επομένως, διατήρηση της ΕΑΣ παραβιάζει τον πυρήνα του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και συνιστά, οπωσδήποτε (μετά και την κατάργηση από την1.1. 2023 μόνο της άλλης εισφοράς, αυτής του ν 3986/2011)εκδήλωση αυθαιρεσίας απολύτως ασυμβίβαστης με τις αρχές που διέπουν το Κράτος Δικαίου, αφού μερικοί συνταξιούχοι απομονώνονται και συνεχίζουν να φέρουν μόνο αυτοί το εισοδηματικό βάρος της συγκρότησης αποθεματικού, το οποίο αποτελεί, επισημαίνω, «…για τις μελλοντικές γενεές συνταξιούχων και όχι για την τρέχουσα, το εξασφαλιστικό μέσο κατά οποιασδήποτε δυσμενούς εξέλιξης των συνταξιοδοτικών δεδομένων σε βάθος δεκαετιών»[πρβλ. Ελ. Συν. Ολομ. 1477/2021,σκέψη 76].
6.Το επιλεκτικά μονομερές και διαρκές αυτό εισοδηματικό βάρος της κατηγορίας των συνταξιούχων αποτελεί γι’ αυτήν υπέρμετρη θυσία και συνιστά άνιση μεταχείριση. Υπερβαίνει, λόγω του σωρευτικού του αποτελέσματος και της έκτασής του, το όριο που θέτουν οι συνταγματικές αρχές της ισότητας στην κατανομή των δημόσιων βαρών και της αναλογικότητας, έκφανση της οποίας είναι και η αρχή της ανταποδοτικότητας και έρχεται, ως εκ τούτου, σε αντίθεση με τα άρθρα 4 παρ.1 και 5, 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος.
Και τούτο διότι βάρος που έχει επιβληθεί για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας και αποβλέπει στην εξασφάλιση πλέον συνταξιοδοτικής παροχής, αποκλειστικώς, υπέρ των μελλοντικών γενεών συνταξιούχων δεν διατηρείται, ως πρόσφορο μέσο αντιμετώπισης των αβέβαιων προοπτικών της συγκυρίας, επιβαρύνοντας, στο πλαίσιο της ίδιας οικονομικής συγκυρίας, την κατηγορία μόνο των συνταξιούχων και δη αυτών των οποίων οι ακαθάριστες συντάξιμες αποδοχές τους υπερβαίνουν τα 1400 ευρώ μηνιαίως, αλλά κατανέμεται μεταξύ όλων των πολιτών που τελούν υπό τις αυτές ή ουσιωδώς παρόμοιες συνθήκες, όσον αφορά την οικονομική τους δραστηριότητα και την εντεύθεν κτήση εισοδήματος, δεδομένου, μάλιστα, ότι η βιωσιμότητα του δημόσιου φορέα κοινωνικής ασφάλισης και γενικότερα των δημόσιων οικονομικών, επαναλαμβάνω και επισημαίνω, είναι προς όφελος όλων.
Συνεπώς, ο κοινωνικοασφαλιστικός αυτός πόρος το να εξακολουθεί να διατηρείται, ως δεύτερος ουσιαστικά φόρος επί του εισοδήματος, για την εξασφάλιση συνταξιοδοτικής παροχής αποκλειστικώς υπέρ των μελλοντικών συνταξιούχων και σε βάρος μόνο και πάλι της ίδιας συγκεκριμένης κατηγορίας, αυτής των ήδη συνταξιούχων, αποτελεί γι’ αυτήν θυσία καταδήλως δυσανάλογη.
Επίσης, διότι αντλεί ο ενεργός ασφαλισμένος πληθυσμός άμεσα ωφέλεια από τον κοινωνικοασφαλιστικό αυτόν πόρο, με την περιέλευσή του στο Α Κ Α Γ Ε, για διασφάλιση και καταβολή των μελλοντικών του συντάξεων, χωρίς μάλιστα ο ενεργός αυτός ασφαλισμένος πληθυσμός, με πολλαπλάσια, ως επί το πλείστον, εισοδήματα έναντι των συνταξιούχων, να επιβαρύνεται με τον πόρο αυτόν. Ενώ, αντιθέτως, οι συνταξιούχοι, χωρίς να επωφελούνται, εξακολουθούν μόνο αυτοί, αν και έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις έναντι πάντων, να συνεισφέρουν – να επιβαρύνονται με τον κοινωνικοασφαλιστικό αυτόν πόρο[πρβλ Ειδικό Δικαστήριο άρθρου 88 παρ.2 Συντάγματος 1 έως και 4/2018, σκέψεις 9,15 και 16 ].
Περαιτέρω, διότι διατηρείται παρά την μεταβολή των συνθηκών με την έξοδο της χώρας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, ούτε εκ του λόγου ότι αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής που περιέχει δέσμη μέτρων για την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών και για τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος, προϋπόθεση, η οποία δεν αποτελεί επαρκή όρο για τη συνταγματικότητά της ΕΑΣ σε βάρος μόνο μερικών συνταξιούχων, προδήλως φτωχότερων έναντι των υπόχρεων της καταργηθείσας ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης φυσικών προσώπων [πρβλ ΣτΕ Ολομ.1911/2022].
Τέλος, διότι διατηρείται σε βάρος μόνο συνταξιούχων, παρά το γεγονός ότι το εισόδημα τους, κατά τα τελευταία έτη, δέχεται σημαντικές πιέσεις λόγω διαδοχικών και επάλληλων κρίσεων και παρά το γεγονός ότι τα έσοδα από την παρακράτηση της ΕΑΣ μπορούν να αναπληρωθούν με άλλα διορθωτικά μέτρα(σύλληψη της φορολογητέας ύλης και αντιμετώπιση της διαφθοράς και της παραοικονομίας), και προσήκουσα εκ νέου ιεράρχηση και εκτίμηση των δημοσίων δαπανών και των δημοσίων σκοπών που εξυπηρετεί [βλ.το Γαλλικό σύστημα της Γενικευμένης Κοινωνικής Εισφοράς και της Εισφοράς για την Απόσβεση του Κοινωνικού Χρέους, στο πλαίσιο του οποίου σχετικός κοινωνικός πόρος – φορολογική επιβάρυνση «imposition de toute nature» έχει επιβληθεί στο σύνολο του ασφαλισμένου πληθυσμού της Γαλλίας, τόσο των ενεργών, όσο και των μη ενεργών, απόφ. Γαλ. Συντ/κού Συμβουλίου Νο 90-285 της 28ης Δεκεμβρίου 1990]”.
*Νικόλαος Αγγελάρας, Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ε.τ.
Πηγή dikastiko.gr